Τα νησιά μας να ακολουθήσουν τον δρόμο του Γκιούσινγκ/ Güssing
Του Νίκου Χρυσόγελου,
στελέχους των ΟΙΚΟΛΟΓΩΝ ΠΡΑΣΙΝΩΝ και Περιφερειακού Συμβούλου Ν. Αιγαίου
Το κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα στο Ν Αιγαίου φτάνει σήμερα τα 700.000.000 ευρώ ετησίως (χωρίς να υπολογίζουμε το κόστος για την εισαγωγή πετρελαίου και άλλων ορυκτών καυσίμων για τις υπόλοιπες ενεργειακές ανάγκες, όπως οι μετακινήσεις και η θέρμανση των κτιρίων. Ένα σημαντικό δεδομένο που πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη είναι και το υψηλό κόστος παραγωγής κάθε κιλοβατώρας από τους υπάρχοντες σταθμούς της ΔΕΗ στα νησιά. Η παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος με την καύση μαζούτ και ντίζελ σε ηλεκτροσταθμούς κοστίζει στα πιο πολλά νησιά από 2-4 φορές περισσότερο σε σχέση με τον μέσο όρο του κόστους παραγωγής στην υπόλοιπη χώρα.
Αυτοί οι σημαντικοί πόροι, που εξάγονται από την περιοχή σήμερα γιατί διατίθενται για την εισαγωγή ενέργειας καθώς και πετρελαιοειδών για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας αλλά και για τις μετακινήσεις και την θέρμανση κτιρίων, θα μπορούσαν να παραμένουν στο Ν Αιγαίο και να επενδύονται σε βιώσιμες οικονομικές δραστηριότητες, καθώς και για δημιουργία των αναγκαίων υποδομών, την προστασία του περιβάλλοντος και την ανάδειξη του πολιτισμικού πλούτου της περιφέρειας. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με στροφή στην εξοικονόμηση ενέργειας και στην παραγωγή ενέργειας από τοπικές, ανανεώσιμες, πράσινες πηγές που διαθέτει άφθονες το Ν. Αιγαίο (ηλιακή, αιολική, κυματική, βιομάζα, γεωθερμία υψηλής και χαμηλής ενθαλπίας).
Από την ίδρυσή του και μέσα από το πρόγραμμά του, ο ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟΣ ΑΝΕΜΟΣ Ν. ΑΙΓΑΙΟΥ υποστήριξε ότι είναι αναγκαία η απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, η εξοικονόμηση ενέργειας και η στροφή προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για λόγους περιβαλλοντικούς-κλιματικούς, δημοσιονομικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς.
Για να είναι, όμως, πράγματι η εφαρμογή των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας προς όφελος και του περιβάλλοντος και των τοπικών κοινωνιών, έχουμε προτείνει να δημιουργηθούν τοπικές πράσινες εταιρίες παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ στις οποίες θα συμμετέχουν ως μέτοχοι εκπρόσωποι της αυτοδιοίκησης (Δήμοι και Περιφέρεια), των επαγγελματικών φορέων (πχ Επιμελητήριο Κυκλάδων), πολιτών και γιατί όχι εργαζομένων σε τομείς που θα μπορούσαν να παράγουν τμήματα της πράσινης τεχνολογίας ή να προσφέρουν πράσινες υπηρεσίες (πχ ΝΕΩΡΙΟ, μικρομεσαίες επιχειρήσεις κα). Επίσης, είναι σημαντικό η προώθηση τεχνολογιών ΑΠΕ να βασιστεί κατά ένα μεγάλο μέρος στην αξιοποίηση ανθρώπινου δυναμικού από τις τοπικές κοινωνίες (με κατάλληλη εκπαίδευσή του) αλλά και να συνδεθεί με παραγωγή τμημάτων της τεχνολογίας και τη συντήρησή της από τοπικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με δεδομένο ότι υπάρχει αυτή η δυνατότητα στο Ν. Αιγαίο. Με αυτό τον τρόπο κλείνει ο παραγωγικός και οικονομικός κύκλος και η προώθηση των ΑΠΕ από τον σχεδιασμό, κατασκευή, εγκατάσταση, συντήρηση μέχρι τις πηγές εσόδων από την ενέργεια καταλήγει να είναι προς όφελος των τοπικών κοινωνιών (απασχόληση, εναλλακτικές πηγές εσόδων και εισοδημάτων, καινοτομία, πράσινη επιχειρηματικότητα).
Τις προτάσεις μας αυτές τις αναδείξαμε προεκλογικά και με την διοργάνωση στη Σύρο, αρχές Νοεμβρίου 2010, δημόσιας εκδήλωσης-διαλόγους, με τη συμμετοχή του Επιμελητηρίου Κυκλάδων, του Σωματείου Εργαζομένων στο ΝΕΩΡΙΟ Σύρου, του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Πειραιά, της ιδιοκτησίας του ναυπηγείου, του Εργατικού Κέντρου καθώς και ενός ερευνητή που συνεργάζεται με το Πανεπιστήμιο. Η εκδήλωση διαλόγου για το ναυπηγοεπισκευαστικό κλάδο έδειξε την αναγκαιότητα αλλά και το εφικτό μιας τέτοιας στροφής.
Από τότε θέτουμε συνεχώς το θέμα με ανακοινώσεις και εκδηλώσεις, το αναδεικνύουμε στις επαφές μας με τοπικούς φορείς σε πολλά νησιά. Προσφάτως (30/4), οργανώσαμε εκδήλωση στην Ρόδο με θέμα "από την πυρηνική ενέργεια και τα ορυκτά καύσιμα στην εξοικονόμηση και την ανανεώσιμη/πράσινη ενέργεια" με πολύ ενδιαφέρουσες εισηγήσεις και προτάσεις που μπορείτε να δείτε στο μπλοκ του ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟΥ ΑΝΕΜΟΥ http://ecoanemos.wordpress.com (Ημερίδα ΟΠ και ΟΑ: Η πανούκλα δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με χολέρα).
Σήμερα είναι πια η ώρα των πράξεων και της υλοποίησης των σχεδίων και των προτάσεων. Η πρότασή μας είναι τα νησιά του Ν. Αιγαίου να ακολουθήσουν τον δρόμο του Γκιούσινγκ/ Güssing, μιας μικρής περιοχής στη νότια Burgenland που ενώ το 1988 ήταν από τις πιο φτωχές περιοχές της Αυστρίας, σήμερα ευημερεί έχοντας μετατραπεί σε κέντρο πράσινης τεχνολογίας, ιδιαίτερα στον τομέα της πράσινης ενέργειας, παράγει όλη την ενέργειά του (ηλεκτρισμό, θέρμανση/ψύξη, καύσιμα) από ανανεώσιμες/πράσινες πηγές που βρίσκονται στην περιοχή και εξάγει σε γειτονικές περιοχές ανανεώσιμη ενέργεια που περισσεύει, ο πληθυσμός του αυξήθηκε κατά 4000 κατοίκους, ενώ δέχεται πάνω από 30.000 επισκέπτες το χρόνο που έρχονται να δουν και να μάθουν για την πράσινη τεχνολογία. Παράλληλα όμως επενδύσει μέρος των εσόδων που έχουν στην προστασία του περιβάλλοντος και τη δημιουργία των κατάλληλων υποδομών. Διαβάστε στο μπλοκ μας για το Gussing: Μια περιοχή που ευημερεί αξιοποιώντας τις τοπικές πράσινες, ανανεώσιμες πηγές ενέργειάς της
Ο ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟΣ ΑΝΕΜΟΣ θα υποστηρίξει όσες πρωτοβουλίες αναπτύσσονται προς μια τέτοια κατεύθυνση, όπως είναι η προώθηση των έξυπνων δικτύων ή η προσπάθεια την οποία ξεκινάει το
Επιμελητήριο Κυκλάδων για την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές με τη δημιουργία τοπικών - συμμετοχικών εταιρειών. Χαιρόμαστε που οι τοπικοί φορείς αναλαμβάνουν ενεργό ρόλο για μια ειρηνική πράσινη επανάσταση στο Ν Αιγαίο, που συνδυάζει βιώσιμες μορφές οικονομίας σε τοπική κλίμακα, προστασία του περιβάλλοντος, καινοτομία, πράσινη επιχειρηματικότητα και δημιουργία θέσεων εργασίας.
Έχουμε διατυπώσει την πρότασή μας προς τις τοπικές κοινωνίες να συμμετάσχουν ενεργά σε κάτι τέτοιο και προτείναμε στα δημοτικά συμβούλια να τοποθετηθούν και μάλιστα ομόφωνα υπέρ μιας τέτοιας πρωτοβουλίας. Δείτε και σχετική ανακοίνωση στο μπλοκ μας: Αναλυτικά οι προτάσεις του ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟΥ ΑΝΕΜΟΥ για τη Σίφνο.
Το επόμενο βήμα είναι να δέσουμε όλη αυτή την προσπάθεια σε επίπεδο εγκατάστασης μονάδων παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ και αποθήκευσής της με έξυπνα συστήματα/δίκτυα με την παραγωγή εξαρτημάτων και τμημάτων της τεχνολογίας τοπικά, πχ στα ναυπηγεία Σύρου, την εκπαίδευση στελεχών από τις τοπικές κοινωνίες και την στροφή του τουρισμού σε εναλλακτικές μορφές (πχ τουρισμός για την πράσινη ενέργεια, εκθέσεις, άτυπες δομές εκπαίδευσης νέων). Δείτε και σχετική ανακοίνωση στο μπλοκ μας: Αναλυτικά οι προτάσεις του ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟΥ ΑΝΕΜΟΥ για τη Σίφνο ώστε να κλείσει ο κύκλος.
Ο ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟΣ ΑΝΕΜΟΣ Ν Αιγαίου οργανώνει ένα στρογγυλό τραπέζι, με θέμα "ενέργεια και απασχόληση" αρχές Ιουνίου στη Σύρο και αργότερα στα Δωδεκάνησα. Στο συνέδριο των Πράσινων Αυτοδιοικητικών στο Βερολίνο (25-29/5), στο οποίο θα συμμετάσχει ο Νίκος Χρυσόγελος, επικεφαλής του ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟΥ ΑΝΕΜΟΥ και γραμματέας του Περιφερειακού Συμβουλίου Ν Αιγαίου, θα γίνουν επαφές με δήμους, φορείς και πράσινους συμβούλους που έχουν ήδη μια μεγάλη εμπειρία σε αυτή την κατεύθυνση. Μπορούμε και πρέπει να κάνουμε πολύ περισσότερα για να βοηθήσουμε στις βαθιές αλλαγές που χρειάζεται η κοινωνία για να βγει από την βαθιά, πολύπλευρη κρίση.
Γκιούσινγκ/ Güssing: Μια περιοχή που ευημερεί αξιοποιώντας τις τοπικές πράσινες, ανανεώσιμες πηγές ενέργειάς της
Το Güssing, μια σημαντική πόλη στο νότιο Burgenland, μια περιοχή που αποτελείται από περίπου 27.000 κατοίκους, είναι η πρώτη κοινότητα στην ΕΕ που παράγει όλες τις ενεργειακές της ανάγκες - ηλεκτρισμός, θέρμανση/ψύξη, καύσιμα - από ανανεώσιμες πηγές που βρίσκονται μέσα στην περιοχή.
Ωστόσο, για να εκτιμήσουμε το μέγεθος αυτού του επιτεύγματος, πρέπει να πάμε πίσω στο 1988. Την εποχή εκείνη το Burgenland ήταν η φτωχότερη και λιγότερη αναπτυγμένη περιφέρεια της Αυστρίας και το Güssing μία από τις φτωχότερες περιοχές του Burgenland και της Αυστρίας. Τότε, η οικονομία της κοινότητας στηρίζονταν αποκλειστικά στη γεωργία, και οι αγρότες πουλούσαν καλαμπόκι, ηλιέλαιο και ξυλεία για να βγάλουν τα προς το ζην. Από την άλλη πλευρά σε τουριστικό επίπεδο το κύριο/μόνο αξιοθέατο ήταν ένα κάστρο του 12ου αιώνα που χτίστηκε από Ούγγρους ευγενείς. Εξαιτίας της γεωγραφικά άσχημης τοποθεσίας κοντά στα σύνορα, δεν υπήρχαν εμπορικές και βιομηχανικές επιχειρήσεις στην περιοχή, η οποία στερούνταν επίσης υποδομών μεταφορών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την ένδεια θέσεων εργασίας, 70% των κατοίκων να μετακινούνται εβδομαδιαίως στη Βιέννη για τις δουλειές τους και η περιοχή παρουσίαζε υψηλό ποσοστό μετανάστευσης σε άλλες περιοχές. Στην περιοχή είχαν απομείνει λιγότεροι από 1000 κάτοικοι και η πόλη μόλις και μετά βίας μπορούσε να πληρώσει το ετήσιο κόστος καυσίμων (περίπου € 6 εκατομ).
Για να αλλάξουν αυτή την κατάσταση, μια ομάδα πολιτών, κυρίως πράσινης πολιτικής αντίληψης, αποφάσισαν να αναλάβουν πρωτοβουλίες. Διαπίστωσαν κατ΄ αρχή ότι σημαντικό ποσοστό των τοπικών πόρων διοχετεύονταν στην αγορά πετρελαίου, καυσίμων και ηλεκτρικής ενέργειας. Οι υφιστάμενοι πόροι, π.χ. δασική γη σε ποσοστό 45%, παρέμεναν σε μεγάλο βαθμό χωρίς διαχείριση. Η ομάδα επεξεργάστηκε ένα σχέδιο προτάσεων που προέβλεπε την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα και την έναρξη παραγωγής και σε επόμενο στάδιο πώλησης ενέργειας στους πολίτες (πελάτες) από τους ίδιους, αξιοποιώντας τοπικές, πράσινες/ανανεώσιμες πηγές. Με αυτόν τον τρόπο επιδίωξαν να διατηρήσουν στην πόλη τα τοπικά κεφάλαια που πήγαιναν για την εισαγωγή ενέργειας, δηλαδή κατ΄ αρχή τα €6 εκατομμύρια (αξία του 1992, βασισμένη σε συμβατικές τιμές ενέργειας εκείνης της εποχής).
Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, προτάθηκε μια πολιτική για την περιοχή, η οποία ζητούσε την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Ο πρώτος στόχος ήταν η πόλη του Güssing και ακολούθως ολόκληρη η περιφέρεια να καλύπτουν τις ανάγκες τους με τοπικά/περιφερειακά υπάρχουσες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Η εκλογή του Peter Vadasz δημάρχου της πόλης, το 1992, επιτάχυνε τη διαδικασία, ιδιαίτερα όταν όρισε τον Reinhard Koch, ηλεκτρολόγο μηχανολόγο και κάτοικο του Güssing, να αξιολογήσει πώς η πόλη θα μπορούσε να επωφεληθεί από τους φυσικούς της πόρους, δηλαδή τη δασική γη. Ο Koch μόλις είχε αποφοιτήσει από το πανεπιστήμιο και δεν ήταν πρόθυμος να μοιραστεί τη μοίρα πολλών ανθρώπων που ταξίδευαν καθημερινά στη Βιέννη για τη δουλειά τους. Το πρώτο βήμα που έγινε ήταν η απόφαση όλα τα δημόσια κτήρια στην πόλη να σταματήσουν να χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα.
Ως αποτέλεσμα της ενεργειακής αναβάθμισης των κτηρίων της πόλης, η ενεργειακή δαπάνη μειώθηκε κατά περίπου 50%. Τότε κτίστηκε ένας σταθμός παραγωγής θερμότητας για 27 σπίτια με καύσιμη ύλη το ξύλο. Κατόπιν, κατασκευάστηκε υποδομή για μετατροπή σπόρων ελαιοκράμβης[1][1] σε καύσιμο για αυτοκίνητο. Το 1998, οι Koch and Vadasz είδαν μια παρουσίαση από ένα Βιεννέζο επιστήμονα, τον Hermann Hofbauer, σχετικά με μια τεχνολογία που είχε αναπτύξει για να κάνει ένα εναλλακτικό καύσιμο από ξύλο. Ζήτησαν από τον Hofbauer και το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο της Βιέννης να κατασκευάσουν ένα πιλοτικό πρόγραμμα στο Güssing που να εφαρμόζει την τεχνολογία, όπου κομμάτια ξύλου αεριοποιούνταν σε συνθήκες υψηλής θερμοκρασίας. Το αέριο τροφοδοτούσε μια μηχανή Jenbacher που παρήγαγε ηλεκτρισμό και το «υποπροϊόν» της θερμότητας χρησιμοποιούνταν για να παράγει ζεστό νερό για το σύστημα θέρμανσης της περιοχής. Η αποδοτικότητα της ήταν περίπου 82-85%. Η έρευνα και η ανάπτυξη πήγε παραπέρα, έτσι το Güssing φιλοξενεί σήμερα ένα αριθμό καινοτόμων τεχνολογιών, λύσεων και πατεντών. Υπάρχει μια ομάδα υψηλά εκπαιδευμένων τεχνικών και «εισαγόμενων» επιστημόνων που ζουν και εργάζονται σήμερα στο Güssing.
Το πρόγραμμα ανανεώσιμης ενέργειας επεκτάθηκε στην περιφέρεια και σήμερα υπάρχουν 27 αποκεντρωμένοι σταθμοί παραγωγής ενέργειας στην κομητεία του Güssing. Το Güssing σήμερα έχει μια παραγωγή ενέργειας περίπου €14 εκατομμύριων ανά έτος. Από εισαγωγέας ενέργειας έγινε εξαγωγέας ενέργειας από ΑΠΕ. Μέρος των κερδών επενδύεται ξανά σε προγράμματα ανανεώσιμης ενέργειας.
Τι επιπτώσεις έχει αυτό στην περιοχή; Ένα ειδικό σχήμα διατήρησης των τιμών ενέργειας σε σταθερά επίπεδα, αφού η τιμή της δεν συνδέεται με το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο που διαμορφώνονται σε διεθνές επίπεδο και άρα μπορεί να παραμείνει σε σταθερά - εγγυημένα επίπεδα μακροχρόνια, για 10-15 έτη, προάγει την ανάπτυξη επιχειρήσεων στην περιοχή και έχει ως αποτέλεσμα να εγκατασταθούν εκεί 50 νέες επιχειρήσεις που έχουν δημιουργήσει 1.000 άμεσες ή έμμεσες θέσεις εργασίας στην πόλη (χωρίς να υπολογίζονται οι θέσεις στην περιφέρεια).
Το Güssing έχει εξελιχθεί από τότε σε μια σημαντική τοποθεσία για βιομηχανίες με υψηλή κατανάλωση ενέργειας, όπως η παραγωγή πατωμάτων ή η ξήρανση σκληρού ξύλου που όμως τώρα χρησιμοποιούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας με σταθερές μακροχρόνια τιμές. Το καλύτερο σημείο είναι η εταιρεία Blue Chip Energy, η πρώτη υψηλής αποδοτικότητας εταιρεία παραγωγής ηλιακών κυψελών στην Αυστρία, μια κοινή επένδυση με την εταιρεία Solon AG, η οποία ήρθε στο Güssing επειδή μπορούσαν να τροφοδοτήσουν το εργοστάσιο με καθαρή ενέργεια από ανανεώσιμους πηγές.
Η πόλη έχει επίγνωση των φυσικών της πόρων και η πολιτικής είναι να φροντίζει το περιβάλλον δάσος μακροχρόνια για να διασφαλίσουν μια καλή τροφοδοσία ανανεώσιμης ενέργειας και για το μέλλον. Η πόλη σήμερα χρησιμοποιεί λιγότερη από τη μισή ετήσια ανάπτυξη ξύλου για να τροφοδοτήσει τους σταθμούς παραγωγής ενέργειας.
Μέσα στη διαδικασία του να γίνει ενεργειακά αυτόνομη η πόλη, ένας αριθμός τεχνολογιών και πατεντών αναπτύχθηκε, για να εφαρμοστούν σε διαφορετικά πεδία, όπως φωτοβολταϊκά, βιομάζα κλπ. Επίσης, συσσωρεύτηκε εκτεταμένη εμπειρία στην ανάλυση, προετοιμασία και εφαρμογή τέτοιων σχεδίων για να μεταφερθεί και σε άλλες πόλεις και κοινότητες που θέλουν να βαδίσουν τον ίδιο ανανεώσιμο δρόμο.
Το Güssing σήμερα απολαμβάνει πραγματικά διεθνή φήμη. Για αυτό το λόγο, ιδρύθηκε η ECRE Güssing International AG (www.ecreag.com) ως η κεντρική εταιρεία για να προβάλλει το Güssing διεθνώς.
Σημαντικοί σταθμοί παραγωγής ενέργειας περιλαμβάνουν ένα σταθμό παραγωγής ηλεκτρισμού 2 MW, 4,5 MW θερμικής αεριοποίησης ξύλου στο Güssing και στο γειτονικό Strem ένα σταθμό 0,5 ηλεκτρικής ενέργειας, 0,5 θερμικής αεριοποίησης βιομάζας που χρησιμοποιεί ανανεώσιμη πράσινη πρώτη ύλη, όπως γρασίδι, τριφύλλι και ηλιοτρόπια.
Παραπλεύρως, επιπλέον εισόδημα εισέρχεται στην πόλη μέσω του οικοτουρισμού. Επισκέπτες συρρέουν από όλο τον κόσμο για να πάρουν έμπνευση από την πόλη και, πρόθυμοι να μείνουν πιστοί στις οικο-φιλικές τους ρίζες, οι επισκέπτες μένουν σε ξενοδοχεία που θερμαίνονται και παίρνουν ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Περίπου 30.000 επισκέπτες καταγράφηκαν κατά τη διάρκεια του 2007.
Σχόλια